Πρόκειται για σπάνια, φυλοσύνδετη υπολειπόμενη νευρομυϊκή νόσο, που οφείλεται σε μετάλλαξη στον υποδοχέα των ανδρογόνων. Μπορεί να οφείλεται και σε τυχαίες μεταλλάξεις. Επηρεάζονται τόσο τα νωτιαία όσο και τα προμηκικά νεύρα, προκαλώντας μυϊκή αδυναμία και ατροφία κυρίως σε άκρα, πρόσωπο και λαιμό. Τα συμπτώματα ξεκινούν κατά την ενήλικη ζωή μεταξύ 30 -50 ετών, χωρίς όμως να αποκλείεται η έναρξή τους νωρίτερα ή αργότερα από αυτές τις ηλικίες. Πάσχουν οι άντρες, ενώ οι γυναίκες αποτελούν φορείς της ασθένειας, αλλά σε σπάνιες περιπτώσεις μπορεί να εμφανίσουν κι αυτές ηπιότερα συμπτώματα. Η συχνότητα της ασθένειας είναι 1:40.000 παγκοσμίως.
Σε γυναίκες φορείς μεγάλων ηλικιών (60-70 ετών) μπορεί να παρουσιαστούν κράμπες και τσιμπήματα.
Είναι συμπτωματική και συνίσταται σε φυσικοθεραπείες, θεραπείες αποκατάστασης, φαρμακευτική αγωγή για αντιμετώπιση κραμπών και τρόμου, ορμονοθεραπεία και χειρουργική αποκατάσταση γυναικομαστίας, τοποθέτηση σωλήνα σίτισης, αναπνευστική υποστήριξη, χρήση υποστηρικτικών μέσων κίνησης (π.χ. μπαστούνι, αναπηρική καρέκλα, αμαξίδιο).